Υδρογονάνθρακες στο “μπλοκ Ιωάννινα” – Καθυστερήσεις και προσδοκίες

Σε μια εποχή όπου η αειφόρος ανάπτυξη αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη, η έρευνα για υδρογονάνθρακες αποτελεί πρωταρχικό στοιχείο του ενεργειακού μίγματος της ελληνικής οικονομίας. Σε συνδυασμό, βεβαίως, με τα συγκεκριμένα έργα αγωγών αερίου, όπως ο διαδριατικός αγωγός (ΤΑΠ), ο αγωγός διασύνδεσης Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB) και ο αγωγός Ανατολικής Μεσογείου (East Med).

Υπό αυτή την έννοια, οι γεωεπιστήμες, η τεχνολογία και η οικονομία αποτελούν σημαντικά συστατικά σε κάθε στάδιο ερευνών για υδρογονάνθρακες στην Ελλάδα, από την πρώτη φάση έρευνας σε μια γεωγραφική περιοχή παραχώρησης μέχρι την παραγωγή και τη μεταφορά φυσικού αερίου ή πετρελαίου.

Οι εργασίες στο “μπλοκ Ιωάννινα” ξεκίνησαν το 2015 με την πρόσκτηση βασικών αερομαγνητικών και βαρυτικών δεδομένων με χρήση αεροπλάνου και τη μέθοδο FTG (Full Tensor Gravity). Δεν οδήγησαν, όμως, σε σημαντικά αποτελέσματα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η μέθοδος αυτή δεν ενδείκνυται για μορφολογίες, όπως αυτή της Ηπείρου με μεγάλες υψομετρικές διακυμάνσεις, δεδομένου ότι το αεροπλάνο πρέπει να διατηρεί μια σχετικά ίση απόσταση μεταξύ κορυφογραμμής και ύψους πτήσης.

Το μπλοκ είχε παραχωρηθεί το 2014 στην κοινοπραξία Energean και Petra Petroleum, η οποία αιτήθηκε διετή παράταση της πρώτης φάσης ερευνών, την οποία και έλαβε. Το πρόγραμμα, με βάση το οποίο έγινε το 2014 η αξιολόγηση από τις υπηρεσίες του υπουργείου Ενέργειας, προέβλεπε ή επανείσοδο στην παλαιά γεώτρηση (Δήμητρα #1 το 2001) ή πρόσκτηση 400 χλμ σεισμικών δισδιάστατων δεδομένων με συνολικό ύψος δαπάνης 4.000.000 ευρώ.

Αυξημένο κόστος

Οι ουσιαστικές εργασίες άρχισαν από τα μέσα του 2017 με την είσοδο στο “μπλοκ των Ιωαννίνων” της ισπανικής εταιρείας Repsol (Μάρτιος 2017), η οποία κληρονόμησε τις όποιες καθυστερήσεις και ανέλαβε τις υποχρεώσεις του εντολοδόχου, αρχίζοντας από την πρόσκτηση των γεωφυσικών δεδομένων. Η προϋπάρχουσα γεώτρηση είχε εγκαταλειφθεί από την τότε κοινοπραξία Enterprise και ΕΛΠΕ (τότε ΔΕΠ/ΕΚΥ) για τεχνικούς λόγους.

Το κόστος της επανεισόδου στην παλιά γεώτρηση με τα λιγοστά διαθέσιμα δεδομένα θα ήταν μεγάλο. Είχε απρόβλεπτο βαθμό δυσκολίας με επιπτώσεις στο κόστος και στη χρονική διάρκεια των εργασιών. Όπως προαναφέρθηκε, η Ήπειρος χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερο γεωμορφολογικό ανάγλυφο και περίπλοκη γεωλογία του υπεδάφους. Αυτές οι συνθήκες ανεβάζουν το κόστος της γεωφυσικής-σεισμικής έρευνας σε ποσά πολλαπλάσια (τιμές της αγοράς) σε σχέση με αυτό που είχε εγκριθεί το 2014.

Το σημερινό κόστος της πρόσκτησης των σεισμικών δεδομένων αφορά σε μεγάλο βαθμό σε τεχνικές, γεωλογικές, γεωφυσικές και περιβαλλοντικές εργασίες ειδικευμένων ελληνικών και ξένων εταιρειών in situ στην Ήπειρο. Η συγκεκριμένη διαδικασία δημιούργησε θέσεις εργασίας στην Ήπειρο κατά τη διάρκεια των γεωφυσικών και περιβαλλοντικών ερευνών τα δύο τελευταία χρόνια. Επίσης, απασχόλησε ειδικές μονάδες του στρατού για την αποναρκοθέτηση, κατέγραψε σημεία αρχαιοτήτων και εκπονήθηκαν επιπρόσθετες μελέτες για τη χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής.

Σημαντικές πληροφορίες θα είναι αργότερα διαθέσιμες και για τον ακαδημαϊκό κόσμο που μελετά την υδρογεωλογία και τη γεωλογία του υπεδάφους στα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτές οι επενδύσεις δεν στηρίχθηκαν σε καμία επιχορήγηση, όπως συμβαίνει σε άλλες περιπτώσεις ενεργειακών προγραμμάτων, ελληνικών ή ευρωπαϊκών.

Ο χρόνος μετρά

Παρότι η διαβούλευση και έγκριση περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την Διεύθυνση Περιβαλλοντικών Αδειοδοτήσεων είχε γίνει πριν από το 2014, η πληροφόρηση του τοπικού πληθυσμού και των τοπικών παραγόντων, των Δήμων και Κοινοτήτων, της Πολιτικής Αεροπορίας, των Στρατιωτικών Αρχών, του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, του Δασαρχείου και της Αστυνομίας άρχισε ουσιαστικά με την είσοδο της ισπανικής εταιρείας στην κοινοπραξία.

Το πρωθύστερο σχήμα προκάλεσε καθυστέρηση στην εκτέλεση των εργασιών, δυσκόλεψε την κάλυψη των υποχρεώσεων που προέβλεπε η σύμβαση. Επιπλέον΅, έδωσε έδαφος σε αντιδράσεις από περιβαλλοντικές οργανώσεις και ομάδες ακτιβιστών, οι οποίοι επικαλούνταν την καταστροφή της φύσης και πλήγμα στην τοπική απασχόληση.

Λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις και τις αντικειμενικές αντιξοότητες δόθηκε μια παράταση ενός έτους της Πρώτης Ερευνητικής Φάσης για την ολοκλήρωση των εργασιών πριν από τον προγραμματισμό της πρώτης γεώτρησης. Λαμβάνοντας υπόψη και τα πρώτα θετικά αποτελέσματα, που αλλάζουν κάπως την κατανόηση του υπεδάφους της περιοχής, κρίθηκε ότι είναι προς όφελος της χώρας να εξασφαλισθεί η επιτυχής ολοκλήρωση των εργασιών. Οι αντικειμενικές αντιξοότητες ήταν η δυσκολία της αποναρκοθέτησης, λόγω μεγάλης γεωγραφικής έκτασης, η διακύμανση των μετεωρολογικών συνθηκών κ.α.

Οικονομικά οφέλη από τους υδρογονάνθρακες

Όπως είναι γνωστό, ο νομός Ιωαννίνων χαρακτηρίζεται από ορεινούς όγκους στην ενδοχώρα, στους οποίους παράγονται σημαντικά τοπικά αγροδιατροφικά προϊόντα. Η τοπική οικονομία χαρακτηρίζεται από πλήθος μικρών επιχειρήσεων οι οποίες εστιάζουν στη βιοτεχνική δραστηριότητα, ενώ η παραθαλάσσια ζώνη εξαρτάται από τον τουρισμό.

Η Περιφέρεια Ηπείρου αποτελεί τη δεύτερη κατά σειρά Περιφέρεια της χώρας με το χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (48%), κάτι το οποίο συνδέεται με περιορισμούς στην τοπική ανάπτυξη και απασχόληση, το διαθέσιμο εισόδημα του τοπικού πληθυσμού και κατ’ επέκταση στην ποιότητα ζωής ενώ ενισχύεται το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας.
Η Ήπειρος είναι η 5η περιφέρεια σε ύψος ανεργίας στην Ελλάδα και κατατάσσεται 11η σε αριθμό εργατικού δυναμικού με 136.000 εργαζόμενους σε σύνολο 4,7 εκατ. εργαζομένων στη χώρα. Χρησιμοποιεί μια πολύ μικρή γεωργική έκταση με μόνο 726.000 καλλιεργούμενα στρέμματα.

Η ερευνητική φάση που διαρκεί 5-6 χρόνια είναι πολύ σημαντική, διότι αποδίδει στις περιφέρειες και δήμους, πριν από οποιοδήποτε φορολογικό κέρδος συνδεδεμένο με την παραγωγή (5%), οικονομικά οφέλη στον δευτερογενή και τριτογενή τομέα. Η πιθανή ανακάλυψη κοιτασμάτων θα συμβάλει στην άμεση πρόσβαση σε εγχώριες πηγές ενέργειας, οι οποίες θα καταπολεμήσουν την ενεργειακή φτώχεια.

Σε αυτό το σημείο θα έπρεπε να αναφερθεί ότι είναι ανυπόστατο το επιχείρημα ότι τα προϊόντα των πλουτοπαραγωγικών πηγών θα μεταφερθούν από τις επιχειρήσεις στο εξωτερικό, αφαιρώντας πόρους από την χώρα. Η παραγωγή υδρογονανθράκων θα αποδώσει έσοδα στην Περιφέρεια Ηπείρου και στη χώρα.

Η παρουσία επιχειρήσεων στην περιοχή θα ενισχύσει (όπως υποχρεωτικά προβλέπεται από τις συμβάσεις) τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και θα συμβάλει στην κατάρτιση νέων Ελλήνων επιστημόνων, οι οποίοι θα είναι ικανοί να απασχοληθούν άμεσα στον κλάδο. Δεν πρέπει να παραβλέψουμε, επίσης, ότι επιτρέπει μια καλύτερη γνώση του υπεδάφους σε πολλά επίπεδα (γεωλογική, τεκτονική, σεισμολογική και επιφανειακής μορφολογίας, στην οποία περιλαμβάνονται οι ρηχοί υδροφόροι ορίζοντες, η πανίδα και χλωρίδα και τα αρχαιολογικά ευρήματα).

Υδρογονάνθρακες και περιβάλλον

Η έννοια της βελτίωσης της ποιότητας ζωής του τοπικού πληθυσμού βασίζεται στην προστασία και ανάδειξη του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος και της άυλης κληρονομιάς, στη διαμόρφωση κατάλληλων και ελκυστικών συνθηκών διαβίωσης του πληθυσμού, κυρίως στους πιο ορεινούς και απομακρυσμένους Δήμους και στους μικρούς αλιευτικούς οικισμούς που βρίσκονται στην περιοχή παρέμβασης.

Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, η ΕΔΕΥ (Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων) εκκινεί τη διαδικασία εκπόνησης Στρατηγικών Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για περιοχές εμφανούς οικονομικού ενδιαφέροντος με την επιλογή αναδόχων για την εκπόνησή σχετικών μελετών. Αυτές οι μελέτες εγκρίνονται από την Διεύθυνση Περιβαλλοντικών Αδειοδοτήσεων μετά από διαβούλευση.

Η διαδικασία υπόκειται σε όλες τις σχετικές απαιτήσεις του ευρωπαϊκού και εθνικού δικαίου, λαμβάνει πρωτίστως υπόψη τους εθνικούς αναπτυξιακούς στόχους της χώρας και ενσωματώνει την περιβαλλοντική διάσταση. Δηλαδή, περιλαμβάνει την ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών κινδύνων, την υιοθέτηση μέτρων αντιμετώπισης και παρακολούθησης όλων των σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

Οι σποραδικές αντιδράσεις που διατυπώνονται για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των γεωφυσικών ερευνών είναι αβάσιμες, δημιουργώντας σύγχυση και παραπληροφόρηση σχετικά με τις εργασίες που πραγματοποιούνται και που θα πραγματοποιηθούν την επόμενη τριετία. Δεν υπάρχει ουδεμία τεχνική, επιστημονική, νομική η οικονομική βάση που να επιτρέπει να θεωρηθεί μια γεωφυσική έρευνα ως εργασία εξόρυξης, και μια γεώτρηση ως καταστροφική δράση για το περιβάλλον.

Η ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία, όπως αυτή εκφράζεται από τις επίσημες και εμπεριστατωμένες Οδηγίες, μεριμνά για την ασφάλεια των χερσαίων και υπερακτίων εγκαταστάσεων γεώτρησης και παραγωγής υδρογονανθράκων. Η περιβαλλοντική προστασία από δραστηριότητες στον τομέα του Oil & Gas έχει αποτελέσει, επί σειρά ετών, αντικείμενο εκτενούς νομοθετικής κάλυψης από πλευράς ΕΕ.

Το χρονικό παράθυρο

Η χρονική στιγμή των ελληνικών προσφορών του 2014 ήταν ατυχής για λόγους άσχετους με την προσπάθεια του ελληνικού κράτους να αναζωογονήσει το διεθνές ενδιαφέρον για το δυναμικό των υδρογονανθράκων της χώρας. Αρκετές επιχειρήσεις είχαν υπερεπενδύσει πριν από την έναρξη της ύφεσης το 2014 και οι μεγάλες περικοπές στις ταμειακές ροές τους, κατέστησαν δύσκολη την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους, με αποτέλεσμα τη μείωση των πιστωτικών μέτρων και την αποφυγή περαιτέρω ερευνητικών προγραμμάτων.

Από το τέλος του 2016 και μετά, η κατάσταση βελτιώθηκε λόγω της αύξησης των τιμών του πετρελαίου και της ευκολότερης πρόσβασης σε νέες τεχνολογίες. Επίσης, λόγω της ισχυρής ανάπτυξης των υποδομών μεταφοράς ιδιαίτερα αερίου αλλά και αργού παγκοσμίως.
Σήμερα, η χρονική συγκυρία για την επιτυχή εξερεύνηση των υδρογονανθράκων στην Ελλάδα είναι ιδανική και μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι αφενός μεν δραστηριότητες έρευνας και εκμετάλλευσης απαιτούν μακροπρόθεσμες επενδύσεις (25 έως 30 έτη), και αφετέρου η Ελλάδα θα απαιτήσει ένα εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό αντίστοιχου επιπέδου με αυτό των διεθνών εταιρειών για τις εργασίες έρευνας και εκμετάλλευσης πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η ανάπτυξη του τομέα θα αναδείξει νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες για την αναζωογόνηση της ελληνικής βιομηχανίας. Είναι μία από τις τεράστιες προκλήσεις για τα επόμενα χρόνια και η Ελλάδα θα πρέπει να εκμεταλλευτεί με επιτυχία αυτό το κύμα της καινοτομίας.

Πηγή : https://slpress.gr